23 March 2014

Κάποτε


Με την μυρωδιά της άνοιξης θυμήθηκα το κείμενο ενός φίλου, που γράφτηκε πριν 4 χρόνια

Σαν να μας πουλάνε αυτές τις αξίες σαν κάτι καινούργιο, το οποίο ανακαλύπτουμε λόγο της (ανθρωπιστικής) κρίσης...
Θάρρος, ανοιχτή καρδιά, ανοιχτές πόρτες, πολύ δουλειά, άφραγκοι, ευτυχισμένοι...
Τους φασίστες έδιωχνε η ντροπή και η "μαγγούρα". Το ψέμμα είχε κοντά ποδάρια...




"Kάποτε ο χρόνος είχε τέσσερις εποχές, σήμερα έχει δύο.· Κάποτε δουλεύαμε οκτώ ώρες, σήμερα έχουμε χάσει το μέτρημα.· Κάποτε είχαμε χρόνο να πάμε για καφέ με τους φίλους μας. Τώρα τα λέμε μέσω MSN και Skype.· Κάποτε είχαμε χρόνο να κοιτάξουμε τον ουρανό, να δούμε το χρώμα του, να ακούσουμε το κελάηδισμα των πουλιών, να νιώσουμε την ευωδιά του βρεγμένου χώματος. Σήμερα τα βλέπουμε στην τηλεόραση.· Κάποτε παίζαμε με τους φίλους μας ποδόσφαιρο στις αλάνες. Σήμερα παίζουμε ποδόσφαιρο στο Playstation.· Κάποτε ζητάγαμε συγγνώμη από κοντά. Σήμερα το λέμε και με SMS.·

Κάποτε αγοράζαμε ένα παντελόνι και το είχαμε για δύο χρόνια. Τώρα το έχουμεδύο μήνες και μετά παίρνουμε άλλο.· Κάποτε ζούσαμε σε σπίτι 65 τετραγωνικών και... ήμασταν ευτυχισμένοι. Σήμεραζούμε σε σπίτια 120 τετραγωνικών και δεν χωράμε μέσα...· Κάποτε λέγαμε καλημέρα σε ένα περαστικό και τον ρωτούσαμε για την τάδε οδό. Σήμερα μας το λέει ο navigator.· Κάποτε πίναμε νερό της βρύσης και ήμασταν μια χαρά. Σήμερα πίνουμε εμφιαλωμένο και...αρρωσταίνουμε.

· Κάποτε είχαμε τις πόρτες των σπιτιών ανοικτές, όπως και τις καρδιές μας. Σήμερα κλειδαμπαρωνόμαστε, βάζουμε συναγερμούς και έχουμε και 5-6 λυκόσκυλαγια να μην αφήσουμε κανέναν να μας πλησιάσει. Είτε είναι καλός, είτε κακός.· Κάποτε ξυπνάγαμε πρωί πρωί την Κυριακή για να πάμε στην εκκλησία. Σήμερα δεν πάμε γιατί είναι...μπανάλ. Και γιατί οι παπάδες γίνανε μεσίτες και επιχειρηματίες.· Κάποτε είχαμε 2 τηλεοπτικά κανάλια και πάντα βρίσκαμε κάτι ενδιαφέρον να δούμε. Σήμερα έχουμε 100 κανάλια και δεν μας αρέσει κανένα πρόγραμμα.· Κάποτε μαζευόμασταν όλη η οικογένεια γύρω από το κυριακάτικο τραπέζι και αισθανόμασταν ενωμένοι και ευτυχισμένοι. Σήμερα έχει ο καθένας το δικό του δωμάτιο και δεν βρισκόμαστε μαζί στο τραπέζι ποτέ...

· Κάποτε η σκληρή δουλειά ήταν ιδανικό. Σήμερα είναι μαλακία.· Κάποτε τα περιοδικά έπαιρναν συνέντευξη από τον Σεφέρη. Σήμερα παίρνουν από τον Καρβέλα.· Κάποτε μας μάγευε η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη, σήμερα μας ξεκουφαίνει ο...Μακρόπουλος.· Κάποτε οι τραγουδίστριες τραγουδούσαν με τη φωνή. Σήμερα τραγουδούν με κάτι άλλο.· Κάποτε ντοκουμέντο ήταν μια επιστημονική ανακάλυψη. Σήμερα ντοκουμέντο είναι ένα ερασιτεχνικό βίντεο που δείχνει δύο οπαδούς ομάδων να ανοίγουν ο ένας το κεφάλι του άλλου.· Κάποτε βλέπαμε στην τηλεόραση κινούμενα σχέδια με τον Μίκυ Μάους, τον Σεραφίνο, τον Τιραμόλα. Σήμερα βλέπουμε τους Power Rangers και τους Monsters με όπλα και χειροβομβίδες να σκοτώνουν και να ξεκοιλιάζουν...τους κακούς.·

Κάποτε μας αρκούσε μια βόλτα με την κοπέλα μας σε ένα ταπεινό δρομάκι της γειτονιάς. Χέρι-χέρι, να κοιτάμε τον ουρανό, να σιγοψιθυρίζομε ένα ρομαντικό τραγουδάκι και να ταξιδεύουμε νοητά. Σήμερα πάμε διακοπές στο Ντουμπάι, στο Μαρόκο και στο Μεξικό. Και ονειρευόμαστε ταξίδια στο Θιβέτ.

· Κάποτε είχαμε το θάρρος και τη λεβεντιά να λέμε «Έκανα λάθος». Σήμερα λέμε «Αυτός φταίει»...· Κάποτε νοιαζόμασταν για το γείτονα, σήμερα τσατιζόμαστε αν αγοράσει καλύτερη τηλεόραση από εμάς.· Κάποτε ζούσαμε με το μισθό μας. Σήμερα ζούμε με τους μισθούς που ΘΑ πάρουμε.· Κάποτε δεν είχαμε φράγκο στην τσέπη, μα ήμασταν τόσο, μα τόσο ευτυχισμένοι! Σήμερα έχουμε τα πάντα και τρωγόμαστε με τα ρούχα μας.· Κάποτε περνάγαμε υπέροχα στο ταβερνάκι της γειτονιάς, με κρασάκι, τραγουδακια κουτσομπολιό.
Σήμερα...μιζεριάζουμε σε ακριβά εστιατόρια του Κολωνακίου.· Κάποτε ιδανικό ήταν να γίνεις αναγνωρισμένος. Σήμερα ιδανικό είναι να γίνεις απλά αναγνωρίσιμος.· Κάποτε μας δάνειζε λεφτά ο αδελφός μας. Σήμερα μας δανείζουν οι τράπεζες.· Κάποτε κοιτούσαμε στα μάτια τους ανθρώπους. Τώρα τους κοιτάμε στην τσέπη.· Κάποτε δουλεύαμε για να ζήσουμε. Σήμερα ζούμε για να δουλεύουμε.·

Κάποτε είχαμε χρόνο για τον εαυτό μας. Σήμερα δεν έχουμε χρόνο για κανένα....Αυτό το «Κάποτε», το έλεγαν ΖΩΗ..."

07 March 2014

Μια φωτογράφηση



Τον Κυρ' Κώστα φωτογράφησα στα πλάισια μιας εργασίας με τίτλο "Η κρίση στο πρόσωπο της Αθήνας". Πριν 1 1/2 χρόνο. Μέντορας και δάσκαλος ο Γιάννης Μπεχράκης. Επαγγελματίας, μάχημος, με αυστηρότητα, δίκαιος, απαιτητικός. Δεν μας χαϊδευε, δεν μας δίδαξε φωτογραφία, απλώς πήγαινε μπροστά και μοιραζόταν της εμπειρίες και τα συναισθήματα του μαζί μας. Μας "έσπροχνε" μπροστά...
Και βγήκα στους δρόμους. Δεν ήθελα να ασχοληθώ με το "αβανταδόρικο" θέμα των αστέγων, δεν ήθελα να βρεθώ στην θέση να "εκμεταλλευτώ" τον "πόνο" τους για μια "καλή" φωτογραφία. Τον σεβασμό μου στην αξιοπρέπειά τους μόνο με την αποχή μπορούσα να εκφράσω. Βλέπετε, για να τους πλησιάσω και να συνεργαστώ μαζί τους δεν είχα αρκετό χρόνο σε ένα τριήμερο. Αλλά και σαν διάθεση με απασχολούσαν οι άνθρωποι που άντεχαν,, που κάποτε είχαν όνειρα και τα έκαναν ζωή, που είχαν μια ανθρώπινη ιστορία, είχαν φτιάξει μια ζωή με τον κόπο τους.  `Ανθρωποι με καρδιά που μου άνοιγαν τις πόρτες τους. 
Ψιλόβρεχε και περπατούσα στις γειτονιές της Αθήνας. Μόνη. Μέσα από την ανοιχτή πόρτα ενός ραφείου έβλεπα έναν άντρα να κάθεται πίσω από τον πάγγο με την ραπτομηχανή και να καπνίζει. Δεν είχε δουλειά και κάπνιζε. Κόντοστάθηκα, έβλεπα το ζεστό φως μέσα στο μαγαζί και το ψυχρό απ' έξω. Έφτιαξα στο μυαλό μου μια εικόνα. Πλησίασα και στάθηκα στην πόρτα. Τον ρώτησα αν μπορούσα να τον φωτογραφήσω. Εξήγησα τον σκοπό μου. Ντράπηκε και φοβόταν, ήταν και δύσπιστος. Έλεγε ότι θα έκλεινε και ότι δεν είχε χρόνο."Άλλη φορά", την Δευτέρα…
Του απάντησα και αρχησα να μιλάω. Με ρώταγε από που είμαι. Του έλεγα ότι η καταγωγή μου είναι από Γερμανία και Ελλάδα. ¨οτι σπούδασα, ενηλικιώθηκα και δούλευα εδώ. Του μίλαγα για το επάγγελμα και την δουλειά μου που την "έφαγε" η κρίση. Όπως πολλές δουλειές…Παρατήρησα μια εικόνα της ΑΕΚ πάνω από τον πάγγο. Και άρχησε να μου μιλάει εκείνος. ¨οτι η οικογένειά του ήταν από την Κωνσταντινούπολη. Ότι εκείνος ήρθε στην Ελλάδα και ζούσε την οικογένειά του με το ραφείο. Κάποια αδέλφια πήγαν στην Γερμανία. Χωρήστηκαν. Η γυναίκα του τον περίμενε. Είχε ένα πρόβλημα με το περπάτημα. Δεν την λυπάμε, μου λέει, την συμπονώ…
Ημουν πλέον μέσα στο μαγαζί και η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή. Τον ρώτησα αν μπορούσα να τραβήξω φωτογραφίες μέσα στο μαγαζί. "Τώρα τράβα όσο θέλεις", μου λέει. Αφου γνωριστήκαμε…Άρχησα να τραβάω. Κάποια στιγμή πήγε στη ραπτομηχανή και έπιασε ένα κομμάτι ύφασμα και ξεκίνησε να το "ράβει". Είχε μια συγκροτημένη περιφάνεια, έκανε αυτό που ήταν η δουλειά του τόσα χρόνια και ταϊζε την οικογένειά του…Δεν με ενδιέφερε το πορτραίτο του, αλλά το δικό του βλέμμα. Με την Ελληνική σημαία στην γωνία και από την άλλη την πόρτα, απ'όπου θα έμπαιναν οι πελάτες. Δεν είχα ευρυγόνιο για να τα πιάσω και τα δύο. Έμεινα "μέσα" στο μαγαζί. Στους όμους του… 
Τελείωσα και τον ευχαρήστησα. Χάρηκα, μου λέει. Τώρα θα πάω στην γυναίκα μου. Πέρνα όποτε θέλεις. Σουρούπωνε, το φως του μαγαζιού ήταν ακόμα πιο ζεστό, το έσβησε και κλείδωσε την πόρτα. Βγήκαμε και οι δύο στην βροχή.

feel free to share with you friends